Η σιδηροπενική αναιμία είναι η συχνότερη μορφή αναιμίας, δηλαδή χαμηλής αιμοσφαιρίνης. H Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας εκτιμά ότι το 1/4 του πληθυσμού παρουσιάζει σιδηροπενική αναιμία, ενώ ο πιο ευάλωτος πληθυσμός είναι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας και οι γυναίκες. Για αυτό τον λόγο, η Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής προτείνει ο έλεγχος για σιδηροπενική αναιμία σε παιδιά να γίνεται πρώτη φορά στην ηλικία των 9-12 μηνών και κατόπιν σε παιδία ηλικίας 2 έως 5 ετών, που θεωρούνται υψηλού κινδύνου, βάσει του διαιτολογίου τους. Σε παιδιά με χρόνιες νόσους, χαμηλό βάρος γέννησης ή προωρότητα, η συχνότητα των εξετάσεων ποικίλει ανάλογα του θεραπευτικού πρωτοκόλλου. .
Συνήθως τα παιδιά με ήπια σιδηροπενική αναιμία, δηλαδή με χαμηλό σίδηρο, δεν παρουσιάζουν κάποιο σύμπτωμα και η διάγνωση γίνεται με τα αποτελέσματα εργαστηριακών εξετάσεων. Αν υπάρχουν συμπτώματα συνήθως μπορεί να είναι: ωχρότητα, δυσανεξία στο κρύο, ταχύπνοια, ανησυχία, ανορεξία, επιθυμία για γλυκά, υπνηλία, εύκολη κόπωση, γλωσσίτιδα, γωνιακή χειλίτιδα, ακόμα και κοιλωνυχία. Η σιδηροπενία μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη σωματική και πνευματική ανάπτυξη των παιδιών, μαθησιακά προβλήματα, διαταραχές της συγκέντρωσης , της μνήμης και του ψυχισμού.
Πολλές νόσοι, κυρίως του γαστρεντερικού, μπορεί να προκαλέσουν έλλειψη σιδήρου, ωστόσο το συχνότερο αίτιο είναι η μειωμένη πρόσληψη σιδήρου από την διατροφή.
Όταν η έλλειψη σιδήρου φτάσει σε επίπεδα σιδηροπενικής αναιμίας η χορήγηση σκευάσματος σιδήρου, σύμφωνα με τις οδηγίες του ιατρού, θεωρείται αναγκαία για την θεραπεία, παράλληλα με την ενίσχυση της διατροφής. Ωστόσο, η διατροφή μπορεί να συνδράμει καθοριστικά τόσο στην πρόσληψη, όσο και την θεραπεία της ήπιας σιδηροπενίας και να επιταχύνει την αποκατάσταση των επιπέδων σιδήρου και φερριτίνης στην σιδηροπενική αναιμία.
Στα τρόφιμα ο σίδηρος περιέχεται με δύο μορφές. O οργανισμός μπορεί να απορροφά περισσότερο τον αιμικό (δισθενές) σίδηρο και λιγότερο τον μη- αιμικό (τρισθενές). Τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης περιέχουν και τις δύο μορφές σιδήρου, ενώ τα τρόφιμα φυτικής προέλευσης περιέχουν μη αιμικό σίδηρο. H βιοδιαθεσιμότητα του ζωικού σιδήρου ανέρχεται στο 20-25%, ενώ του φυτικού μόνο στο 1-5%.
Πηγές αιμικού σίδηρου, όπως το κόκκινο κρέας, το σκούρο κρέας των πουλερικών, τα ψάρια, τα αυγά, θα πρέπει να υπάρχουν σχεδόν καθημερινά στην διατροφή του παιδιού με χαμηλό σίδηρο.
Οι φυτικές πηγές σιδήρου, όπως είναι τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, τα όσπρια, το σουσάμι και κάποια φρούτα, όπως οι σταφίδες, τα βερίκοκα ή διάφορα μούρα καλό θα ήταν να συνδυάζονται με τρόφιμα πηγή βιταμίνης C, όπως λεμόνι, πιπεριές, πορτοκάλι, ή βιταμίνης Α, όπως καρότα ή να καταναλώνονται σε συνδυασμό με πρωτεϊνούχα τρόφιμα.
Αντίθετα, καλό θα ήταν να αποφεύγεται η ταυτόχρονη κατανάλωση φυτικών τροφών πηγών σιδήρου μαζί με πολλές φυτικές ίνες, όπως με δημητριακά ολικής, με καφεΐνη ή φυσικές τανίνες, όπως η τσάι, κακάο, με ασβέστιο, όπως γαλακτοκομικά, καθώς και με συμπληρώματα ή σκευάσματα που περιέχουν τα παραπάνω ή ψευδάργυρο, μαγνήσιο ή με αντιόξινα σκευάσματα.
Τα φυτικά και φωσφορικά άλατα που περιέχουν αυτές οι τροφές, ονομάζονται αναστολείς θρέψεις και δυσκολεύουν την απορρόφηση του φυτικού σιδήρου και άλλων θρεπτικών συστατικών που περιέχουν. Το μούλιασμα πχ των οσπρίων τους πριν την κατανάλωση μπορεί να αυξήσει μερικώς την πέψη και την απορρόφηση θρεπτικών συστατικών.
Πολύ σημαντικό για την απορρόφηση του σιδήρου είναι η υγιής εντερική χλωρίδα. Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη βακτηριδίων καθιστώντας την βιοδιαθεσιμότητά του, ένα σημαντικό παράγοντα στον έλεγχο της λοίμωξης. Αυτή η σχέση μεταξύ βιοδιαθεσιμότητας του σιδήρου και της ανάπτυξη βακτηριδίων, σημαίνει ότι η λήψη συμπληρωμάτων σιδήρου μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο της μόλυνσης. Επομένως, η κατανάλωση τροφών πλούσια σε προβιοτικά, όπως γιαούρτι, κεφίρ, ξινολάχανο, προζύμι, μπορεί να βοηθήσει τόσο στην καλύτερη απορρόφηση του σιδήρου από την διατροφή, όσο και στην καλύτερη ανεκτικότητα των συμπληρωμάτων από τον οργανισμών. Ορθό θα ήταν ζυμωμένα γαλακτοκομικά να καταναλώνονται τουλάχιστον 2 ώρες σε απόσταση από πηγές σιδήρου, λόγω του περιεχόμενου ασβεστίου.
Απέργη Κυριακή
Διαιτολόγος - Διατροφολόγος